ΟΜΙΛΙΑ ΤΗΣ ΠΟΠΗΣ ΠΟΛΕΜΗ

Ο

“Πριν από έξι χρόνια περίπου, όταν γιορτάζονταν τα εικοσάχρονα των Ιστορικών, ο Φίλιππος Ηλιού, μιλώντας για τη γενεαλογία των περιοδικών που ακριβώς παρουσιάζουμε σήμερα, είχε επισημάνει το παραπλανητικό πρωθύστερο: ναι μεν τα Ιστορικά κυκλοφόρησαν μια δεκαετία πριν τον Μνήμονα, αλλά το περιβάλλον του Μνήμονα  ωρίμασε κατά την επαφή και σχετικώς όψιμη μαθητεία με τους ανθρώπους των Ιστορικών, όταν εκείνοι επέστρεψαν στην Ελλάδα μετά την πτώση της Χούντας και πριν εκδώσουν το δικό τους περιοδικό.(1)
Και μια και ο λόγος για δασκάλους, μαθητές και μαθητείες, να θυμίσω ακόμη εδώ ότι από την ιδρυτική ομάδα των Ιστορικών ο Φίλιππος Ηλιού ουδέποτε έκανε ακαδημαϊκή διδασκαλία, ο Σπύρος Ασδραχάς και ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος διατηρούσαν επί χρόνια μεταπτυχιακά σεμινάρια στο Παρίσι, αλλά ούτε κι εκείνοι δίδαξαν από καθέδρας. Και οι τρεις όμως με πολλαπλούς τρόπους διαμόρφωσαν δεκάδες από τους νέους ιστορικούς της γενιάς της μεταπολίτευσης, συμβάλλοντας, και μέσα από το δρόμο αυτό, στην πολλαπλά διαπιστωμένη άνθηση των ιστορικών σπουδών των τελευταίων δεκαετιών.
Εκτός θεσμών οι ίδιοι, πήραν, λοιπόν, την απόφαση να κυκλοφορήσουν ένα νέο ιστορικό περιοδικό, παρότι η έλλειψη της θεσμικής ενδοχώρας θα βάραινε στο εγχείρημα τους. Αρωγό είχαν εξαρχής τον Γιώργο Ραγιά και τις εκδόσεις Μέλισσα, τις οποίες εντελώς πρόσφατα, από το 46ο τεύχος το 2007, ήρθε να στηρίξει το Μουσείο Μπενάκη.

Η δίψα για την ιστορία και τα πολιτικά αιτούμενα της μεταπολίτευσης

Σαφώς με Τα Ιστορικά αποκρυσταλλώνεται και κωδικοποιείται ένα κλίμα που διαμορφώνεται τα χρόνια της μεταπολίτευσης στα αριστερά περιβάλλοντα και το χαρακτηρίζει η δίψα για ιστορία. Απότοκο των καιρών η ανάγκη να κατανοηθεί το τι και το γιατί ενός δύσβατου πρόσφατου παρελθόντος. Ανάγκη στην οποία η ιδρυτική ομάδα του περιοδικού ανταποκρίθηκε σαν έτοιμη από καιρό. Είχε προ πολλού ευδόκιμη θητεία στην οικονομική και κοινωνική ιστορία, μπολιάζοντας με την εμπειρία της σύγχρονης αγγλικής, ιταλικής και κυρίως γαλλικής ιστοριογραφίας του κλίματος των Annales, τον επιστημονικοποιημένο μαρξισμό. Σε αυτή την επιστημονικοποίηση και την υπέρβαση της χρησιμοθηρικής εκδοχής του καθ’ ημάς μαρξισμού είχαν και οι ίδιοι συντελέσει, μετέχοντας στη ματαιωμένη πνευματική άνθηση της δεκαετίας του ΄60 – μνημονεύω απλώς, στη συνάφεια αυτή, την Επιθεώρηση Τέχνης  και το Κέντρο Μαρξιστικών Ερευνών. Αυτή η αναβάπτιση της αριστερής ιστορικής οπτικής είχε εντελώς χαρακτηριστικά αποφέρει, ώριμο καρπό, την έννοια της “ιδεολογικής χρήσης της ιστορίας”, την οποία, ως γνωστόν, πρωτοεισάγει ο Φίλιππος Ηλιού το 1976, σε μελέτημα που αναφέρεται ακριβώς στην προϊστορία της κομμουνιστικής ιστοριογραφίας.(2)
Σαν έτοιμοι λοιπόν από καιρό, Ασδραχάς, Ηλιού και Παναγιωτόπουλος, το 1983, και ενώ με δική τους εν πολλοίς πρωτοβουλία οργανώνονταν το πρώτο ανάλογης εμβέλειας διεθνές ιστορικό συνέδριο για τις Μεσογειακές Οικονομίες, εκδίδουν Τα Ιστορικά, χωρίς μανιφέστα και διακηρύξεις, άλλωστε ουδέποτε επιδίωξαν να κάνουν σχολή. Στη προγραμματική τους αγγελία θέση έχει η θεματολογική και μεθοδολογική ανανέωση των ιστορικών σπουδών, η διεπιστημονικότητα και η επικαιροποίηση της δουλειάς του ιστορικού. Στο επίκεντρο των αναζητήσεων βρισκόταν η νεώτερη ελληνική ιστορία, χωρίς να αποκλείονται διευρύνσεις στο χρόνο, προς τον Μεσαίωνα και την αρχαιότητα, ή στο χώρο, προς άλλα γεωγραφικά μήκη και πλάτη.
Έκτοτε, με δυο τεύχη τον χρόνο, Τα Ιστορικά  πορεύτηκαν συνδιαμορφώνοντας το νέο ιστοριογραφικό τοπίο στη χώρα μας. Δεν προτίθεμαι να κάνω εδώ τον απολογισμό. Τον είχε επιχειρήσει για τα πέντε πρώτα χρόνια ο Στέφανος Πεσμαζόγλου στα Σύγχρονα Θέματα, το 1988 (3), ενώ πολλά και ενδιαφέροντα ακούστηκαν το 2003 στην εκδήλωση για τα εικοσάχρονα που ήδη μνημόνευσα και δημοσιεύονται όλα στο 39ο τεύχος των Ιστορικών. (4)
Οπωσδήποτε τα 49 τεύχη σήμερα, με 850 κείμενα (άρθρα, προσεγγίσεις, τεκμηρίωση, χρονικά, βιβλιοκρισίες και τα λοιπά), με 364 συγγραφείς, έλληνες και ξένους, νέους και πρεσβύτερους  -κοντά σ’ αυτούς και οι νέοι που στο μεταξύ μεγαλώσαμε – , κατ’ επάγγελμα ιστορικοί ή και κοινωνικοί επιστήμονες από άλλους χώρους, οι οποίοι ωστόσο θέλησαν «να προσδώσουν χρονικό βάθος στην παρατήρηση τους», δίνουν το μέτρο της ανταπόκρισης στην αρχική εξαγγελία. Τη θεματολογική πάντως ανανέωση, με τη μελέτη των οικονομικών μηχανισμών, τη δημογραφία, τις νοοτροπίες και τις ιδεολογικές παραστάσεις, την ιστορία των γυναικών ή τη διερεύνηση του εθνικού φαινομένου και την ιστορία της ιστοριογραφίας, μπορείτε εύκολα να διαπιστώσετε διατρέχοντας το συνολικό ευρετήριο των περιεχομένων που είναι προσιτό στο δικτυακό τόπο της Μέλισσας (www.melissabooks.com) και προσφέρεται επίσης σε επιμέρους αναζητήσεις.

Το θεμελιώδες πρόταγμα: η ορθολογική προσέγγιση

Κι αν η οικονομική ιστορία που ομολογημένα πρυτάνευε στην αρχή έδωσε τα πρωτεία στην προσέγγιση του πολιτικο-ιδεολογικού γίγνεσθαι, κι αν η Επανάσταση του ΄21 συνεχίζει να απουσιάζει από το προσκήνιο, κι αν η εντελώς πρόσφατη ιστορία τείνει να αποκτήσει μεγαλύτερο μερίδιο από την Τουρκοκρατία, ενώ άλλα προοιωνίζονταν τα ερευνητικά ενδιαφέροντα της ιδρυτικής ομάδας, εξακολουθούν, ωστόσο, να ισχύουν ορισμένα θεμελιώδη προτάγματα. Κεντρικό στοίχημα, ανεξαρτήτως συρμών, παραμένει η ορθολογική προσέγγιση του κοινωνικού γίγνεσθαι και η αναζήτηση του αντικειμενικού ή, αλλιώς, η αποκρυπτογράφηση των μηχανισμών που διέπουν τα όντως όντα. Και δεν είναι παράδοξο για ένα περιοδικό το οποίο εκδίδεται από ιστορικούς που είναι και δηλώνουν λάτρεις της ιστορικής τεκμηρίωσης και υπέρμαχοι της τεχνικότητας της επιστήμης τους, να διατηρεί ακλόνητη την πεποίθηση πως απαραίτητο όρο κάθε ιστοριογραφικής ανανέωσης αποτελεί «η τήρηση των αδιαπραγμάτευτων μεθοδολογικών κατακτήσεων της ιστορίας και το πρωτείο της έρευνας, στην ιστοριογραφική κατασκευή», εις βάρος κάποτε της «επικοινωνιακότητας». (5)
Από τους μέχρι στιγμής απολογισμούς στους οποίους ήδη αναφέρθηκα, να πω ότι έχει επισημανθεί η απουσία έστω πρόθεσης για συνολικό σχήμα ερμηνείας της νεοελληνικής ιστορίας, απόρροια ίσως εκείνης της αντίδρασης, που λέγαμε, στην ιδεολογικοποίηση της ιστορίας. Έχει επίσης επισημανθεί η περιορισμένη θέση του διαλόγου πάνω σε λιγότερο ή περισσότερο φλέγοντα ζητήματα της «δημόσιας ιστορίας», που αν μη τι άλλο θα είχαν και ένα αντίκρισμα στην αγορά. Εμπρόθετη αυτή η τελευταία, δηλώνει υπόρρητα τη προτίμηση, στην τροχιά του Κ. Θ. Δημαρά, για θετικά πορίσματα της απροκατάληπτης έρευνας ακόμη και στις διακεκαυμένες ζώνες, αντί για συζητήσεις που θεωρήθηκαν ανώφελες.

Περιοδικών συνηγορία

Τελειώνω με μια έκκληση και μια πρόδρομη ανακοίνωση. Θα μου επιτρέψετε να επαναλάβω εδώ τη συνηγορία των περιοδικών που είχα κρίνει απαραίτητη πριν από έξι χρόνια, με αφορμή τα εικοσάχρονα των Ιστορικών και τα τριαντάχρονα του Μνήμονα, αλλά και τα 800 τεύχη του Αντί του Χρήστου Παπουτσάκη και την ακαταπόνητη παρουσία του Πολίτη του Άγγελου Ελεφάντη. (6) Ήδη η παύση των δυο τελευταίων και ο θάνατος των πρωτεργατών, σήμανε για πολλούς από εμάς το τέλος μιας εποχής. Κι έχει τη θέση της εδώ ετούτη η υπόμνηση, γιατί και το Αντί,  αλλά ιδίως ο Πολίτης υπηρέτησαν με πάθος κοντά στα άλλα, και την ιστορική γνώση. Με δεδομένες πλέον αυτές τις απουσίες, η ανάγκη της συνηγορίας και της συνακόλουθης έκκλησης για την κάθε είδους στήριξη όλων των ανάλογων περιοδικών κρίνεται ακόμη επιτακτικότερη – κάποιοι θα ξέρουν πως είμαι διπλός πράκτορας των Ιστορικών, αλλά και του Αρχειοτάξιου, της περιοδικής έκδοσης των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ). Περιοδικών που οπωσδήποτε αποτελούν, για να έρθουμε και στον τίτλο της συζήτησης που ελπίζω να κάνουμε στη συνέχεια, εργαστήρια «όπου οι άνθρωποι και οι ιδέες συναντιούνται αλλά και τα συνάφια συγκροτούνται όχι για να περιχαρακωθούν, αλλά για να δοκιμάσουν τα νέα εργαλεία, να διαλεχθούν και να προαγάγουν την τέχνη τους και το στοχασμό». Κι αν σήμερα το διαδίκτυο ικανοποιεί με νέους τρόπους το αιτούμενο της ενημέρωσης και της επικοινωνίας, το έντυπο εξακολουθεί, νομίζω, να προσφέρεται ως «δοκιμαστήριο ελέγξιμων υποθέσεων και ιδεών», καθώς «επιτρέπει μεγαλύτερη άνεση χρόνου για σκέψη και περίσκεψη στη θέση της ποσότητας και της ταχύτητας». Διαθέτει «μεγαλύτερη ευρυχωρία για την καλλιέργεια του στοχασμού, που είναι δύναμη και είναι ελευθερία».
Όσο για την πρόδρομη ανακοίνωση, να σας πω με χαρά ότι αρκετοί από τους νεώτερους συνεργάτες των Ιστορικών προσφέρθηκαν να πλαισιώσουν το περιοδικό με τρόπους που είναι υπό συζήτηση. Έτσι, αντί για άλλο εορτασμό, το επόμενο 50ο τεύχος θα φέρει το ίχνος αυτής της έμψυχης ανανέωσης, που πιστεύω και ελπίζω ότι εγγυάται  τη γόνιμη μακροημέρευση.”

(1). Φ. Ηλιού, «Αναζητώντας την ιστορικότητα», Τα Ιστορικά, τχ. 39, Δεκέμβριος 2003, σ. 280-283 (Βλ. τώρα «Ψηφίδες Ιστορίας και Πολιτικής του Εικοστού Αιώνα», Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2007).

2). Φ. Ηλιού, «Η ιδεολογική χρήση της ιστορίας» σχόλιο στη συζήτηση Κορδάτου – Ζεύγου, περ. Αντί, τχ. 46, Μάιος 1976 (Βλ. τώρα «Ψηφίδες Ιστορίας και Πολιτικής του Εικοστού Αιώνα», Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2007).

3). Σύγχρονα Θέματα, τχ. 35-37, Δεκέμβριος 1988, σ. 254-267.

4). «Είκοσι χρόνια Ιστορικά: Ιστοριογραφικές διαδρομές», Τα Ιστορικά, τχ. 39,Δεκέμβριος 2003. Στην εκδήλωση, εκτός από την ιδρυτική ομάδα, πήραν μέρος και οι Νίκος Καραπιδάκης, Βασίλης Κρεμμυδάς και Χρήστος Χατζηιωσήφ.

5). Όλες οι διατυπώσεις από τις εισηγήσεις του Σπύρου Αδραχά, του Φίλιππου Ηλιού και του  ΒΩασίλη Παναγιωτοπούλου στην εκδήλωση για τα εικοσάχρονα των Ιστορικών.

6). «Περιοδικών Συνηγορία», Ο Πολίτης, τχ. 116, Νοέμβριος 2003, (αναδημοσιεύθηκε και στο περιοδικό Τα Ιστορικά, τχ. 39, Δεκέμβριος 2003.

Σχετικά με τον Συγγραφέα

Τρυψάνης Θανάσης

Σχόλια

Τρυψάνης Θανάσης

Kατηγορίες

Ιστορικό