Τι εκπροσωπεί το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης στις μέρες μας;

Τ
Το κείμενο αυτό γράφτηκε πέρυσι, φθινόπωρο του 2011. Το αναδημοσιεύουμε γιατί πιστεύουμε ότι παραμένει και σήμερα επίκαιρο από κάθε άποψη.

Το συγκεκριμένο ερώτημα δεν  έχει ακόμα αναδειχθεί μέσα στις φεστιβαλικές διαδικασίες (τις μαζικές κατά τα άλλα που υπάρχουν). Οι συζητήσεις για τον χαρακτήρα του φεστιβάλ Θεσσαλονίκης απουσιάζουν παντελώς. Το φεστιβάλ διεξάγεται σε εντελώς άλλο κλίμα από ότι ίσχυε παλιά. Λείπουν οι ζυμώσεις, οι διαφωνίες, οι αντιπαραθέσεις.  Τα δεδομένα στο χώρο του κιν/γράφου  έχουν αλλάξει και μάλιστα ριζικά, όπως και τα αντίστοιχα στο χώρο του  φεστιβάλ.

Ο Ελληνικός κιν/γράφος και το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης ως ένα σημείο ταυτίζονταν. Η περίοδος αυτή αφορά όλο το κεφάλαιο της εθνικής κινηματογραφίας (του λεγόμενου «παλιού» και του «νέου» Ελληνικού κινηματογράφου). Το κύριο σε αυτή τη φάση ήταν ότι παράγονταν ταινίες για το Ελληνικό κοινό, ότι  οι ταινίες  προορίζονταν για τις Ελληνικές αίθουσες,  ότι όλη η προβληματική της περιόδου αφορούσε την ανάπτυξη ενός ιδιαίτερου, ξεχωριστού Εθνικού κινηματογράφου. Όλες οι συζητήσεις  τη δεκαετία του ’60 και τις πρώτες δεκαετίες της μεταπολίτευσης καλύπτουν αναζητήσεις  εθνικών στρατηγικών στο χώρο του κινηματογράφου, εθνικών αισθητικών κλπ,. Οι λίγες  ταινίες που περνούν τα σύνορα και γνωρίζουν διεθνείς διακρίσεις στηρίζονται σε ελληνικά θέματα (Ζορμπάς, Ποτέ την Κυριακή, Θίασος κλπ.). Ο Ελληνικός κινηματογράφος έχει απόλυτο εθνικό χρώμα και αναφορά.

Στα όρια αυτής της Εθνικής παραγωγής αρχίζουν να προκύπτουν, από ένα σημείο και μετά,  προβλήματα  οικονομικής βιωσιμότητας του Ελληνικού Σινεμά. Το Ελληνικό κοινό αποδεικνύεται μέρα τη μέρα, εμπειρικά,  πολύ περιορισμένο για να στηρίξει την εγχώρια παραγωγή ταινιών.
Η ενδιάμεση λύση που προκύπτει αναγκαστικά είναι η κρατική χρηματοδότηση των Ελληνικών ταινιών. Αυτό συνιστά  το κρίσιμο και τελευταίο στάδιο στην εξέλιξη του Εθνικού κινηματογράφου.
Το κρατικοδίαιτο Σινεμά επιφέρει μια σειρά  αλλαγές στη δομή και οργάνωση  της κινηματογραφικής παραγωγής και του φεστιβάλ. Οι συνδικαλιστικοί φορείς της ελληνικής κινηματογραφίας αναλαμβάνουν τον έλεγχο όλης της διαδικασίας  (διανομή κονδυλίων, επιλογή  ταινιών, απονομή  βραβείων). Και επέρχεται η πλήρης διάβρωση του χώρου και η διάσπαση της όποιας ενότητάς του.

Η διεθνοποίηση του φεστιβάλ κιν/γράφου, αναγκαία και επιβεβλημένη, στην αρχική της σύλληψη δεν αντιστρατεύονταν την συνέχιση της ανάπτυξης του εθνικού κινηματογράφου. Απλά όριζε το διεθνές φεστιβάλ σαν τόπο συνάντησης του Ελληνικού με τον ξένο κινηματογράφο. Μια συνάντηση που δεν έγινε ποτέ κι ούτε πρόκειται, με τον τρόπο που εννοούνταν, να γίνει. Γιατί εν τω μεταξύ η υπόθεση των εθνικών κινηματογράφων έχει λάβει τέλος, εδώ και καιρό, διεθνώς. Και το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έχει πάψει να ταυτίζεται με τον Ελληνικό κινηματογράφο. Η κινηματογραφική δημιουργία έχει ξεφύγει από τα εθνικά πλαίσια. Ορίζεται  σε ευρύτερα πεδία, οικουμενικά. Είναι υποχρεωμένη πλέον να απευθυνθεί στο διεθνές κινηματογραφόφιλο κοινό, και εκεί να διεκδικήσει μια ανταγωνιστική παρουσία. Πρόκειται για μια υπόθεση που δεν περνά απαραίτητα κι οπωσδήποτε, για τους Έλληνες κινηματογραφιστές, μέσα από το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Μπορεί να το περιλαμβάνει αλλά η εμπειρία λέει ότι και η παράκαμψή του ίσως, σε πολλές περιπτώσεις,  να βοηθάει κάποιους νέους δημιουργούς.

Στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης μένει να πείσει τους Έλληνες και ξένους κινηματογραφιστές ότι οι όροι του διαγωνισμού θα είναι αξιοκρατικοί και θα βοηθούν οπωσδήποτε την υπόθεση της ανάπτυξης της διεθνούς  κινηματογραφίας. Μόνο έτσι θα μπορέσει να αναδειχθεί και να παραμείνει  αξιόπιστος θεσμός  προβολής του διεθνούς πλέον  κινηματογράφου στο μέλλον.

Χ.Μ.

Σχετικά με τον Συγγραφέα

Σχόλια

X. M.

Kατηγορίες

Ιστορικό