ΙΘΑΓΕΝΕΙΑ: θύμα των πολιτικών ακροβασιών του ΠΑΣΟΚ.

Ι

1. Γιατί τώρα

Στο μέσον μιάς οικονομικής κρίσης που αγγίζει τα όρια της χρεοκοπίας είναι απορίας άξιον πώς το ΠΑΣΟΚ επέλεξε να θέσει στην Ελληνική κοινωνία ένα δίλημμα τέτοιας φύσης. Προχειρότητα, εντυπωσιασμός, σκοπιμότητες «πασοκικής σύλληψης»; τι από όλα; Δεν αποφύγαμε να συνδέσουμε το όλο ζήτημα και με τις δημοτικές εκλογές αλλά ακόμα και με το παράβολο που με βάση τις αρχικές εξαγγελίες αποτελούσε ένα σεβαστό έσοδο (500-600 εκ. Ευρώ).
Εκείνο που απορρίπταμε εξ’ αρχής ήταν η σκέψη ότι μπορούσε η όλη πρωτοβουλία να απέρρεε από τις προγραμματικές δεσμεύσεις του «κινήματος». Ή μιλάμε για ΠΑΣΟΚ ή για τίποτε άλλο. Αλλά τελικά το όλο θέμα είχε άλλη βάση. Είχε προκύψει στη διάρκεια της εφήμερης προσέγγισης του ΠΑΣΟΚ με τους ανανεωτές του ΣΥΝ (θυμάστε τις περίφημες θέσεις του Κουβέλη για συνεργασία με ΠΑΣΟΚ και τα στημένα τραπέζια του Κύρκου;). Κάπου εκεί λοιπόν, στην ατζέντα των συζητήσεων, προέκυψε και το θέμα της Ιθαγένειας. Συντάχθηκε το νομοσχέδιο με βάση κάποιες προεργασίες των δύο πλευρών, δόθηκε στη δημοσιότητα όπου γνώρισε τις γνωστές αντιδράσεις. Από κει και πέρα κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Το κυβερνητικό ΠΑΣΟΚ αναπροσανατολίστηκε αναζητώντας τη στήριξή του στα οικονομικά μέτρα που του επέβαλε η Ε.Ε. Η απρόσμενη βοήθεια από τον Καρατζαφέρη (σε συνδυασμό με την αντιπολιτευτική στάση του ΣΥΡΙΖΑ) άρχισαν να επηρεάζουν τις προτεραιότητές του. Και το θέμα της Ιθαγένειας αποτελούσε πλέον ένα αγκάθι στις σχέσεις ΠΑΣΟΚ-ΛΑΟΣ που έπρεπε να εξαλειφθεί το συντομότερο. Έτσι φθάσαμε στο τελικό κείμενο για την ιθαγένεια που δεν έχει καμιά σχέση με το πρώτο. Φέρει καθαρά το πνεύμα του Καρατζαφέρη για διατήρηση του παλιού καθεστώτος που περιόριζε την παροχή ιθαγένειας στο ελάχιστο. Ας παρακολουθήσουμε το ιστορικό της υπόθεσης.

2. Από τον Παυλόπουλο στον Ραγκούση και τανάπαλιν

Από το 2004 και μετά η παροχή ιθαγένειας ορίζονταν από έναν κώδικα ( 3284/2004 ) που είχε θεσπισθεί επί υπουργίας Παυλόπουλου. Σύμφωνα με αυτόν τον κώδικα βασικό προαπαιτούμενο, για την απόδοση ιθαγένειας, ορίζονταν τα δέκα έτη νόμιμης και μόνιμης διαμονής. Αλλά δεν ήταν αυτό το κύριο. Τον τελικό λόγο για την απόδοση ή μη της ιθαγένειας τον είχε ο ίδιος ο Υπουργός Εσωτερικών που αποφάσιζε χωρίς να είναι υποχρεωμένος να αιτιολογεί την αποδοχή ή απόρριψη μιας αίτησης.
Και ακόμα πιο σημαντικό: Για να μπορέσει να φθάσει μια αίτηση τελικά στο γραφείο του υπουργού εσωτερικών έπρεπε να περάσει από εκατό γραφειοκρατικές συμπληγάδες, να συμπληρωθούν δικαιολογητικά επί δικαιολογητικών και να ξοδευτούν ατέλειωτες εργατο-ώρες σε «πάνε έλα» σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες. Έτσι η Ιθαγένεια φάνταζε σαν ένα άπιαστο όνειρο ζωής για χιλιάδες μετανάστες. Και, για να μην ξεχνιόμαστε, πίσω από όλα αυτά δεν μπορούσαν να μην υπάρχουν και οι γνωστοί χρηματισμοί κι ο συνήθης συνωστισμός καλοθελητών με το αζημίωτο. Η Ελλάδα της μίζας και της αρπαχτής σε όλο της το μεγαλείο. Με αποτέλεσμα στα πέντε χρόνια που μεσολάβησαν από το 2004-2009 ο αριθμός των μεταναστών που έλαβαν ιθαγένεια να είναι ελάχιστος.
Να σημειώσουμε εδώ ότι από τη μεριά της Ε.Ε. υπάρχει το λεγόμενο πρόγραμμα της Στοκχόλμης που μεταξύ των άλλων μας υποχρεώνει, μέχρι το 2014, να πολιτογραφήσουμε ένα σημαντικό αριθμό μεταναστών ( 500-700 χιλ. ).
Το σχέδιο νόμου που αρχικά εισηγήθηκε ο κ. Ραγκούσης, παρά τις προχειρότητες στην σύνταξή του, περιελάμβανε ρυθμίσεις που μπορούν να χαρακτηρισθούν ευνοϊκότερες για την απόδοση της ιθαγένειας. Με βάση αυτές για τους μετανάστες πρώτης γενιάς μείωνε τον απαιτούμενο χρόνο μόνιμης και νόμιμης παραμονής στην Ελλάδα από δέκα χρόνια σε πέντε. Για τα παιδιά των μεταναστών (που γεννήθηκαν και πρόκειται να γεννηθούν στην Ελλάδα) παρέχονταν απ’ ευθείας η ιθαγένεια, με την ενηλικίωση, εφ’ όσον ένας από τους γονείς είχε πέντε χρόνια μόνιμης και νόμιμης παραμονής. Για τα παιδιά των μεταναστών που δεν γεννήθηκαν στην Ελλάδα όριζε πως έχουν την δυνατότητα να αποκτήσουν την ιθαγένεια με την ενηλικίωσή τους, εφ’ όσον έχουν παρακολουθήσει τις τρεις πρώτες τάξεις της υποχρεωτικής εκπαίδευσης.
Με βάση αυτές τις ρυθμίσεις πολιτογραφούνταν πάνω από 500 χιλ. μετανάστες.

Ο τελικός νόμος όπως ψηφίστηκε περιέχει τις εξής αλλαγές: για τους μετανάστες πρώτης γενιάς ο απαιτούμενος χρόνος αυξάνεται στα επτά χρόνια. Αν σε αυτά προσθέσουμε τα δύο περίπου χρόνια που απαιτούνται για την ολοκλήρωση της διαδικασίας φθάνουμε περίπου στα δέκα ( ξανά).
Για τα παιδιά των μεταναστών που γεννήθηκαν στην Ελλάδα, αποκτούν την ιθαγένεια εφόσον και οι δύο γονείς (όχι μόνο ο ένας) έχουν μόνιμη και νόμιμη παραμονή για πέντε χρόνια. Αυτή η ρύθμιση από μόνη της, μειώνει κατά αρκετές χιλιάδες τον αριθμό των μεταναστών που μπορούν να πάρουν ιθαγένεια.
Για τα παιδιά των μεταναστών που δεν γεννήθηκαν στην Ελλάδα ο νόμος αυξάνει τα χρόνια της φοίτησης από τρία σε έξι χρόνια. Και σε αυτή τη περίπτωση και οι δύο γονείς θα πρέπει να διαμένουν για πέντε χρόνια μόνιμα και νόμιμα στην Ελλάδα.

Το πιο σοβαρό όμως που έχει προστεθεί στον τελικό νόμο, και δεν υπήρχε στο αρχικό νομοσχέδιο, είναι ένα άρθρο που αναφέρεται σε λόγους ασφάλειας : «στο πρόσωπο του αλλοδαπού που επιθυμεί να γίνει Έλληνας πολίτης δεν πρέπει να συντρέχουν λόγοι Δημόσιας ή Εθνικής Ασφάλειας». Σχετικά με αυτό παρέχουν γνώμη οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου προστασίας του πολίτη.
Οι προϋποθέσεις επίσης «για την ομαλή και επαρκή ένταξη του αλλοδαπού στην Ελληνική κοινωνία» έχουν αυξηθεί σημαντικά (περιουσιακή κατάσταση, συμμετοχή σε οργανώσεις που συμμετέχουν Έλληνες, συγγενικοί ή εξ’ αγχιστείας δεσμοί με Έλληνες κλπ. κλπ. ).
Πολύ σημαντικό «παράθυρο» επίσης αποτελεί ο καθορισμός της νομιμότητας και επάρκειας των τίτλων που κατέχει ο αλλοδαπός, που θα ελέγχονται από τον …..Υπουργό.

Με όλες αυτές τις τροποποιήσεις η απονομή της ιθαγένειας στην Ελλάδα ξανα-τοποθετήθηκε περίπου στα παλιά πλαίσια. Αντί να πάμε μπροστά γυρίσαμε ξανά στα ίδια. Από τον Παυλόπουλο στον Ραγκούση και τανάπαλιν. Το θέμα στην ουσία πάγωσε και θα συνεχίσει να παραμένει σε εκκρεμότητα έως ότου υποχρεωθούμε από την Ε.Ε. να το αντιμετωπίσουμε με την απειλή κυρώσεων (όπως συμβαίνει και με όλα σχεδόν τα θέματα). Από τον Παυλόπουλο στον Ραγκούση παίχθηκε ένα ακόμα παιχνίδι στις πλάτες των μεταναστών. Η Εθνικόφρων Ελλάς μπορεί κοιμάται ήσυχη. Έγινε μια φασαρία αλλά αφού δεν κατέληξε πουθενά …τέλος καλό όλα καλά.
Αυτό που πρέπει να κρατήσουμε, απ’ όλη αυτή την ιστορία με την Ιθαγένεια, είναι οι αρνητικοί συσχετισμοί, σχετικά με το μεταναστευτικό, που υπάρχουν στην Ελληνική κοινωνία.
Παρ’ όλη την αρνητική εξέλιξη του ζητήματος, τις ανακολουθίες και τα πισωγυρίσματα του ΠΑΣΟΚ η Ελληνική κοινή γνώμη φαίνεται να καλύφθηκε με τις τελικές ρυθμίσεις.
Οι παρεμβάσεις που έγιναν όλο αυτό το διάστημα είχαν σαν τελικό αποτέλεσμα να διατηρηθεί η ζυγαριά προς τη μεριά μιας συντηρητικής διευθέτησης του ζητήματος. Η αναδίπλωση του ΠΑΣΟΚ δεν είχε κανένα πολιτικό κόστος. Αντίθετα καθησύχασε τις πάσης φύσεως Εθνικές ανησυχίες.

3. Η απονομή Ιθαγένειας δεν συνεπάγεται απογκετοποίηση ούτε αφομοίωση.

Οι δηλώσεις του Πρωθυπουργού στην συζήτηση στη Βουλή ότι στόχος είναι η απογκετοποίηση, η ισονομία, η ευταξία, πέραν του ότι δεν είχαν κανένα πρακτικό αντίκρισμα, τελικά δεν είχαν και καμιά σχέση με την ουσία του ζητήματος. Η απονομή Ιθαγένειας δεν συνεπάγεται και απογκετοποίηση και ένταξη οπωσδήποτε. Τα παραδείγματα πολλά στις δυτικές μεγαλουπόλεις (Παρίσι –Λονδίνο κλπ.). Αλλά και στη δική μας Θράκη με το Μουσουλμανικό στοιχείο, αλλά και στα Λιόσια με τους τσιγγάνους (τόσο οι Μουσουλμάνοι όσο και οι τσιγγάνοι είναι Έλληνες πολίτες). Το δίλημμα γκετοποίηση ή ένταξη δεν κρίνεται με την απονομή Ιθαγένειας. Και με την απονομή της τα μεταναστευτικά γκέτο (και τα γκέτο των πάσης φύσεως μειονοτήτων) μπορούν να ζουν και να βασιλεύουν. Εδώ απαιτούνται γενικότερες μεταναστευτικές και μειονοτικές, πολιτικές, που δεν υπάρχουν, και που θα έπρεπε να καταπιαστούν με μια σειρά ζητήματα οργάνωσης της ένταξης των μεταναστών και των μειονοτήτων, στην Ελληνική κοινωνία. Και πρώτα από όλα με το κυρίαρχο ζήτημα της αποδοχής της διαφορετικότητάς τους (φυλετικής, θρησκευτικής, πολιτισμικής).
Το περίφημο ζήτημα της αφομοίωσης, όταν εγείρεται, θα πρέπει να εξετάζεται με τα σημερινά δεδομένα. Καθ’ ότι η απονομή Ιθαγένειας είναι καθαρά μια πράξη πολιτογράφησης ενός τμήματος των μεταναστών, πολιτικής ένταξης, κι όχι πολιτισμικής αφομοίωσης. Η πολιτισμική αφομοίωση κρίνεται μέσα στην συνύπαρξη των πολιτισμών, είναι θέμα ανωτερότητας ενός πολιτισμού που μπορεί να αφομοιώνει. Κι επόμενα προϋποθέτει την αποδοχή της διαφορετικότητας. Χωρίς αυτήν δεν μπορεί να εννοηθεί ότι μπορεί να υπάρξει κανενός τύπου αφομοίωση.
Πρακτικές βίαιου εξελληνισμού και Εθνικής ομογενοποίησης (που ασκήθηκαν σε όλη την διάρκεια του 19ου και 20ου αιώνα – κι όχι μόνο στην Ελλάδα) αποτελούν οριστικό παρελθόν. Το σύγχρονο Κράτος δεν μπορεί να εννοείται φυλετικά ομοιογενές. Το στοιχείο της πολιτισμικής ανομοιογένειας αποτελεί μια ανυπέρβλητη σύγχρονη πραγματικότητα σε όλο το ανεπτυγμένο κόσμο που πρέπει θεσμικά να αναγνωρίζεται. Κι όσο πιο γρήγορα τόσο καλύτερα.

4. Η Ιθαγένεια είναι απόδοση πολιτικών δικαιωμάτων

Στην Ελληνική κοινωνία υπάρχει μεγάλη σύγχυση γύρω από την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού. Η απόδοση Ιθαγένειας ταυτίζεται με την Ελληνοποίηση των μεταναστών. Ελληνοποίηση γίνεται αλλά με την πολιτική έννοια του όρου κι όχι την εθνική και φυλετική.
Η ιδιότητα του Έλληνα είναι πολιτική αλλά και εθνική και φυλετική.
Η Ιθαγένεια δεν πρέπει να συγχέεται με την Εθνικότητα που αναφέρεται στο δεσμό ενός ατόμου με το Έθνος. Η Ιθαγένεια είναι ο δεσμός ενός ατόμου με το κράτος, είναι πολιτική έννοια. Οι μετανάστες που αποκτούν την Ελληνική Ιθαγένεια γίνονται Έλληνες πολίτες (αποκτούν τα ίδια πολιτικά δικαιώματα) αλλά δεν γίνονται Έλληνες φυλετικά. Παραμένουν διαφορετικής Εθνότητας (Αλβανοί, Πακιστανοί, Κούρδοι, Τανζανοί κλπ.). Οι έννοιες του Κράτους και του Έθνους δεν ταυτίζονται. Με την ίδια Ιθαγένεια μπορεί να υπάρχουν διαφορετικές Εθνότητες ( Αυτό το διαφορετικό πρέπει να καταλάβουμε ). Έλληνες πολίτες Αλβανικής καταγωγής, Έλληνες πολίτες Ιρακινής καταγωγής κλπ κλπ. Επόμενα με την απόδοση Ιθαγένειας σε μετανάστες δεν θίγεται η φυλετική Εθνότητα. Δεν νοθεύεται το Ελληνικό στοιχείο. Το Ελληνικό στοιχείο βέβαια υπόκειται διαχρονικά σε διάφορες προσμείξεις και η συζήτηση για την καταγωγή πάει πολύ μακριά. Αλλά δεν είναι του παρόντος. Το θέμα είναι ότι με την απόδοση της ιθαγένειας δεν τίθεται θέμα Εθνικής –φυλετικής εξομοίωσης των μεταναστών με τον γηγενή πληθυσμό.
Αποκτούν τα ίδια πολιτικά δικαιώματα, γίνονται Έλληνες πολίτες και παραμένουν Εθνοφυλετικά αυτό που είναι.
Η Ιθαγένεια ταυτίζεται με την έννοια της υπηκοότητας, την οποία και υποκατέστησε. Η έννοια της υπηκοότητας έχει φεουδαρχική προέλευση (υπήκοος-υποτελής).
Η Ιθαγένεια απονέμεται, παντού διεθνώς, με πολιτικά κριτήρια κι όχι φυλετικά. Οι Έλληνες μετανάστες έχουν, κατά πλειοψηφία, την Ιθαγένεια των χωρών στις οποίες εργάζονται σύμφωνα με την διαδικασία που προβλέπει ο αντίστοιχος νόμος. Τα Ελληνικά Συντάγματα από το 1844 ως το 2001 στην απονομή της Ιθαγένειας δεν θέτουν κανέναν όρο καταγωγής, φυλετικό κλπ., είναι ανοιχτά : «Έλληνες πολίτες είναι αυτοί που έχουν τα προσόντα που ορίζει ο νόμος». Αυτό έχει και τις προεκτάσεις του. Το ζητούμενο από όσους λαμβάνουν την Ελληνική Ιθαγένεια είναι η αποδοχή των αρχών του συντάγματος, των αρχών της πολιτικής μας κουλτούρας, κι όχι η εγκατάλειψη των πολιτιστικών τους προτύπων (τα οποία το μόνο που πρέπει να έχουν, και κατά κανόνα το έχουν, είναι μια συμβατότητα με τις πολιτικές μας αρχές ).
Την απονομή της Ιθαγένειας, επόμενα, δεν μπορούμε να την αντικρούσουμε με κριτήρια φυλετικά. Αυτά ούτε θίγονται ούτε, πολύ περισσότερο, νοθεύονται. Η απονομή της Ιθαγένειας είναι καθαρά μια πράξη πολιτογράφησης ενός μέρους των μεταναστών που έπρεπε, αν όχι τώρα, κάποια στιγμή να γίνει. Δεν μπορεί η Ελλάδα να έχει έναν τόσο μεγάλο αριθμό μεταναστών (νάναι χώρα υποδοχής μεταναστών) και να μην έχει παράσχει Ιθαγένεια σε ένα τμήμα τους, που πληροί το μίνιμουμ των διεθνών προδιαγραφών.

Η συντηρητική στάση στην απονομή της Ιθαγένειας δεν προβάλει ευθέως το ζήτημα της Εθνικής φυλετικής καθαρότητας, παρ’ όλο που αποτελεί τη βάση της. Επικαλείται διάφορους Εθνικούς κινδύνους.
Τον κίνδυνο να ενισχυθεί η παράνομη μετανάστευση, να νοθευτεί το εκλογικό σώμα, να αυξηθεί η εγκληματικότητα λόγω αύξησης της ανεργίας κλπ κλπ.
Επιχειρήματα που μπορούν να συνεχίσουν να προβάλλονται διαρκώς (και στο απώτερο μέλλον) και με βάση αυτά να τραινάρεται, επί μακρόν, η διαδικασία απόδοσης ιθαγένειας στους μετανάστες. Τα πράγματα όμως δεν πρόκειται να ακολουθήσουν αυτήν την εξέλιξη. Αργά ή γρήγορα ο πολιτικός αποκλεισμός των μεταναστών θα χρειασθεί να αρθεί. Θα υποχρεωθεί το Ελληνικό Κράτος να το κάνει. Εκεί που τα πράγματα μπορούν να παραμείνουν, για πολύ καιρό, ίδια ή και να επιδεινωθούν είναι στα ζητήματα του κοινωνικού αποκλεισμού των μεταναστών, που είναι και τα πιο δύσκολα στην αντιμετώπισή τους. Εδώ θα χρειασθεί το μεταναστευτικό να τοποθετηθεί σε μια ευρύτερη βάση. Η Ιθαγένεια είναι ένα μέρος του μεταναστευτικού, σημαντικό αλλά όχι το μόνο.
Στην Ελλάδα μπορεί να μην έχουμε ακόμα κάποια έξαρση του ρατσισμού (όπως σε χώρες της κεντρικής Ευρώπης) αλλά τίποτα δεν το αποκλείει στο μέλλον, με δεδομένη την ραγδαία επιδείνωση των οικονομικών δεδομένων. Καθ’ ότι οι ιδεολογικοί παράμετροι στην Ελληνική κοινωνία είναι διαμορφωμένοι και υπαρκτοί (άσχετα αν αποφεύγουμε να τους αναγνωρίσουμε). Τα ζεύγη που ορίζουν ιδεολογικά τον ρατσισμό: ανωτερότητα (δική μας)- κατωτερότητα (των άλλων) και Έλληνες – ξένοι είναι βαθιά ριζωμένα στην καθημερινότητά μας. Με αυτά κινείται η Ελληνική κοινωνία, με αυτά ορίζεται εργασιακά, κοινωνικά, πολιτισμικά απέναντι στους μετανάστες, με μετριοπάθεια ακόμα, αλλά κανείς δεν ξέρει στο μέλλον.
Η έλλειψη προοδευτικών μεταναστευτικών πολιτικών είναι ένα από τα αδύνατα σημεία στην όλη αντιμετώπιση του μεταναστευτικού. Δεν είναι τόσο η όποια διαμορφωμένη μέση κοινωνική συνείδηση όσο η έλλειψη παρεμβάσεων και η λήψη συγκεκριμένων μέτρων που να συμβάλουν στην άμβλυνση των διακρίσεων και των αποκλεισμών. Η περίπτωση της ιθαγένειας το έκανε αυτό πολύ φανερό.

ΜΠΟΪΔΙΔΟΥ ΣΟΦΙΑ
ΜΗΛΙΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ
15-4-2010

Σχετικά με τον Συγγραφέα

Μποϊδίδου Σοφία, Μήλιος Χρήστος

Σχόλια

Kατηγορίες

Ιστορικό