Εθνολαϊκισμός: Η εισαγωγή σε μια νέα διεθνή περιπέτεια
(σκέψεις με αφορμή την εκλογή Τράμπ)

Ε

1. Μια παλιά ιστορία

Το 1993 δύο χρόνια περίπου μετά την έκδοση του βιβλίου του Α. Ελεφάντη «Στον αστερισμό του λαϊκισμού» με δική μου πρωτοβουλία είχαμε δύο συνομιλίες από τηλεφώνου. Αντικείμενο αυτών των συνομιλιών ήταν η ευρύτητα του φαινομένου, καθώς το βιβλίο επικεντρώνονταν στον χώρο του ΠΑΣΟΚ. Στη δική μου εμμονή ότι το φαινόμενο διαχεόταν σε όλο το πολιτικό σύστημα, όχι μόνο δεν προέβαλε καμιά αντίρρηση αλλά μου υπενθύμιζε, με αναφορά σε συγκεκριμένες παραγράφους του βιβλίου, ότι κάτι τέτοιο με σαφήνεια υποστήριζε και ο ίδιος (είναι γνωστή άλλωστε η ρήση του Άγγελου στο βιβλίο ότι «το ΠΑΣΟΚ σαν ενιαίος πολιτικός χώρος μπορεί να είναι παρελθόν –όχι όμως και ο λαϊκισμός σαν ιδεολογία»). Ωστόσο, αναγνώριζε με σκεπτικισμό ότι μια τέτοια εντύπωση μπορεί να μην αποκόμιζε ένας μέσος αναγνώστης και λόγω της μεγάλης έκτασης της αναφοράς που έκανε το βιβλίο στο ΠΑΣΟΚ αλλά και ενός εκδηλούμενου εκείνη την περίοδο αντι-Πασοκισμού. Με παρότρυνε, λοιπόν, να γράψω μια επιστολή κριτικής για το βιβλίο πάνω σε αυτό το θέμα όπου και με μία δική του απάντηση θα δινόταν η ευκαιρία να τονισθεί η γενικότερη διάσταση του φαινόμενου του λαϊκισμού και η ύπαρξή του τόσο στον χώρο της δεξιάς όσο και της αριστεράς, χωρίς όμως αυτό να αναιρεί το γεγονός ότι για την συγκεκριμένη περίοδο το ΠΑΣΟΚ αποτελούσε τον κατεξοχήν οργανωτή και εκφραστή του λαϊκισμού στην Ελλάδα. Η δική μου ασυνέπεια σε αυτή τη δέσμευση στάθηκε η αιτία για να μην ευοδωθεί αυτή η συνεργασία.

2. Παλιός και  νέος λαϊκισμός

Ξαναδιαβάζοντας σήμερα το βιβλίο του Ελεφάντη δεν μπορείς να μην αναγνωρίσεις τη διεισδυτικότητα του συγγραφέα, την ανάδειξη πλήθους ζητημάτων που σχετίζονται με το φαινόμενο του λαϊκισμού, την απόρριψη  συμβατικών αντιλήψεων  και ιδεοληψιών περί του «λαϊκού», της προοδευτικότητας και δημοκρατικότητας του φαινόμενου («την απατηλή σιγουριά για την εκ φύσεως δημοκρατικότητα του λαού»), τα αίτια που προκαλούν το φαινόμενο και τη βαθύτερη φύση του («ως μια πολιτική ιδεολογία εξουσίας»), τον τρόπο ανάδειξής του («από τα πάνω»), την ταξικότητά του («σαν αντίθεση λαϊκών στρωμάτων ενάντια σε ένα συγκεκριμένο κάθε φορά σύστημα πολιτικής εξουσίας»)  κ.ά.
Το βιβλίο του Ελεφάντη παραμένει μετά από είκοσι πέντε χρόνια επίκαιρο με την έννοια ότι συνεχίζει να αποτελεί ένα βασικό προαπαιτούμενο για οποιαδήποτε σοβαρή συζήτηση πάνω στο θέμα του λαϊκισμού. Τα δεδομένα βέβαια έχουν αλλάξει. Το φαινόμενο έχει πάρει παγκόσμιες διαστάσεις και έχει μετεξελιχθεί στη μορφή και στο περιεχόμενο. Αποτελεί συνέχεια και ταυτόχρονα ασυνέχεια του λαϊκισμού που εξετάζει ο Ελεφάντης.
Η οικουμενική του διάσταση το τοποθετεί σε ένα άλλο επίπεδο. Δεν πρόκειται για καμιά διεθνή ανακάλυψη (ή επέκταση)  του φαινόμενου. Είναι οι νέες συνθήκες που το αναγορεύουν σε οικουμενικό φαινόμενο των καιρών. Ο λαϊκισμός του σήμερα δεν είναι ο ίδιος με αυτόν που εξέταζε ο Ελεφάντης τη δεκαετία του 1980 όσο και αν φαίνεται να του μοιάζει. Έχει προσλάβει έναν έντονο εθνικιστικό και ρατσιστικό χαρακτήρα, έχει μετατραπεί σε ένα καθαρά αντιδραστικό (ακροδεξιό) φαινόμενο σε αντίθεση με τον παλιό λαϊκισμό που λόγω της λαϊκής-ταξικής του απεύθυνσης θεωρούνταν «προοδευτικός» καθώς και γιατί μονοπωλούνταν κατά βάσιν από την αριστερά και το κέντρο. Η «προοδευτικότητά του» προέκυπτε επίσης από την εναντίωση στο συγκεκριμένο σύστημα εξουσίας  και την υποσχόμενη αναδιανομή των εισοδημάτων.
Ο λαϊκισμός του σήμερα σαν ιδεολογία δεν απευθύνεται στον λαό με την ταξική του έννοια αλλά στον λαό σαν έθνος. Εκπροσωπεί μιαν εθνική εναντίωση στην παγκοσμιοποίηση. Εξ’ ου και ο όρος εθνολαϊκισμός. Αυτή είναι και η διαφορά ανάμεσα στον παλιό και τον νέο λαϊκισμό.
Να πως περιγράφει το φαινόμενο του παλιού λαϊκισμού ο Ελεφάντης: «Ο λαός δεν παράγει από μόνος του λαϊκισμό. Το φαινόμενο του λαϊκισμού δεν είναι ένα λαογενές φαινόμενο. Ο λαός προσφέρει την πρώτη ύλη. Τη βιωματική του αντίθεση απέναντι σε ένα ορισμένο σύστημα πολιτικής εξουσίας. Αυτή πρέπει να υπάρχει, χωρίς αυτήν καμιά κωδικοποίηση λαϊκίστικης πολιτικής δεν μπορεί να γίνει. Ο λαϊκισμός στη συνέχεια οργανώνεται (από τα πάνω) από αυτούς που, κάθε φορά, διατυπώνουν μιαν άλλη πρόταση εξουσίας, και συνήθως με τρόπο που επί της ουσίας εκφράζει αλλά και ταυτόχρονα αλλοιώνει τις αρχικές λαϊκές προσδοκίες. Η νέα πολιτική είναι στην ουσία συγκροτημένη πάνω στις πολιτικές ανάγκες της νέας ηγεσίας που έχει όμως την επίφαση της αλλαγής και της επίλυσης των λαϊκών προβλημάτων. Αλλά ο λαϊκισμός από την φύση του δεν μπορεί να έχει ένα συγκεκριμένο κοινωνικό πρόγραμμα». Αυτός είναι ο λαϊκισμός που ζήσαμε και ζούμε δυστυχώς ακόμα στην Ελλάδα, ο μεταπολιτευτικός λαϊκισμός που φθάνει μέχρι και τον ΣΥΡΙΖΑ (όπου συναντά εν τω μεταξύ τον ανερχόμενο διεθνώς εθνολαϊκισμό και μπολιάζεται από μερικά δικά του στοιχεία).

Κατά τον Ελεφάντη δεν υπάρχει διαχρονικότητα  και μονιμότητα των ιδεολογιών. Κάτι τέτοιο θα παράβλεπε τις συγκρούσεις που διεξάγονται στο ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο αλλά και τη γενικότερη εξέλιξη. Οι ιδεολογίες είναι «ιστορικές παραγωγές με πεπερασμένα χρονικά όρια. Υπάρχουν τομές, αλλοιώσεις, ρήξεις, ασυνέχειες, ενδεχομένως και συνέχειες, αν και οι συνέχειες δεν είναι ο εξελικτισμός της παράδοσης…..ακόμα κι όταν ένα ιδεολογικό στοιχείο, σε μια συγκεκριμένη στιγμή μοιάζει με τα ιστορικά προηγούμενά του, στην πραγματικότητα, δεν είναι η συνέχεια του παλιού μέσα στο χρόνο γιατί εντάσσεται σε ένα νέο σύνολο».
Ο λαϊκισμός λοιπόν του σήμερα δεν είναι ο ίδιος με αυτόν που εξέταζε ο Ελεφάντης τη δεκαετία του 1980. Ο λαϊκισμός άλλωστε σαν ιδεολογία μπορεί στην εξέλιξή του να προσλάβει πλήθος από εκφράσεις και γνωρίσματα.

3. Παγκοσμιοποίηση και εθνολαϊκισμός

Ο σύγχρονος λαϊκισμός είναι προϊόν της παγκοσμιοποίησης. Και είναι παγκοσμιοποιημένος σαν φαινόμενο και αυτός. Εκπροσωπεί μιαν αντίθεση λαών-εθνών απέναντι στην παγκοσμιοποίηση.
Το φαινόμενο πατάει πάνω σε υπαρκτά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που προκαλούνται από την ίδια τη διαδικασία της παγκόσμιας ολοκλήρωσης. Το εθνικό περιβάλλον γίνεται ολοένα πιο επισφαλές, οι εθνικές οικονομίες των ανεπτυγμένων χωρών αποδυναμώνονται από άποψη κεφαλαίων, υπονομεύεται η κοινωνική τους συνοχή και μέσα από το μεταναστευτικό περνάν στην  ξενοφοβία και στον ρατσισμό. Ο προστατευτισμός επανέρχεται σαν αίτημα απέναντι στην ελεύθερη μετακίνηση κεφαλαίων, προϊόντων και ανθρώπων. Ζητείται η επάνοδος στο προηγούμενο καθεστώς των κυρίαρχων εθνικών κρατών. Επιστροφή στην νεωτερικότητα. Μπορεί όμως να γίνει κάτι τέτοιο; Είναι δυνατή μια τέτοια επιστροφή;

Όπως στον παλιό λαϊκισμό, έτσι και στον νέο η κοινωνική του βάση υπάρχει. Χωρίς αυτή κανένας λαϊκισμός και μάλιστα τέτοιων διαστάσεων δεν θα μπορούσε να αναπτυχθεί. Το λαϊκό στοιχείο σε αυτή τη φάση είναι μια συμμαχία κοινωνικών στρωμάτων και κατηγοριών χωρίς ιδιαίτερη κοινωνική δυναμική που βιώνουν το αίσθημα του κοινωνικού αποκλεισμού και της περιθωριοποίησης, είναι οι υπερήλικες και ο κόσμος της υπαίθρου στην Αγγλία, η λευκή εργατική τάξη και τα μεσαία στρώματα στην Αμερική  κλπ. Πρόκειται για οριακές πολιτικές πλειοψηφίες που δύσκολα μπορούν να στηρίξουν κοινωνικές και οικονομικές ρήξεις και ανατροπές σε πλανητικό επίπεδο.
Η οργάνωση του κινήματος βέβαια γίνεται και πάλι από «τα πάνω»,  από τους Τράμπ, Τζόνσον, Λεπέν κ.ά., από ηγεσίες με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά την προκλητικότητα, την αμετροέπεια, τον μετωπισμό και την αυταρχικότητα. Ένας νέος δεσποτισμός προβάλλεται σαν πρότυπο, ο  Πούτιν γίνεται το ίνδαλμα όλων αυτών των ηγεσιών.
Εκείνο όμως που διαφοροποιεί ουσιαστικά τον νέο από τον παλιό λαϊκισμό (και έχει και τη μεγαλύτερη σημασία) είναι το ιδεολογικό και το πολιτικό του περιεχόμενο.
Ο εθνολαϊκισμός είναι  κατά βάσιν ένα κράμα εθνικισμού, λαϊκισμού και ρατσισμού. Επικαλείται το συμφέρον του έθνους με παραδοσιακούς όρους (πατρίς, θρησκεία, οικογένεια), εναντιώνεται σε ό,τι υπερεθνικό και μετανεωτερικό, προσβλέπει στην εθνική περιχαράκωση, τον απομονωτισμό και την αναβίωση παλιών εθνικών μεγαλείων, ποινικοποιεί τη διαφορετικότητα σε όλες της τις εκφάνσεις και προβάλλει έναν γενικευμένο επιθετισμό.
Πέρα από τις επί μέρους εθνικές ιδιαιτερότητές του είναι κατά βάσιν ενιαίος και έχει ίδια γενικά χαρακτηριστικά.
Συνιστά μιαν συντηρητική, αντιδραστική απάντηση στο φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης. Αξιοποιεί τα λαϊκά στρώματα των αναπτυγμένων χωρών, τη δυσαρέσκειά τους απέναντι στα προβλήματα που επισωρεύει το άνοιγμα των αγορών και των συνόρων. Είναι ένα κίνημα εθνικής παλινόρθωσης των χωρών της αναπτυγμένης Δύσης και καλλιεργεί την ψευδαίσθηση των εθνικών λύσεων. Γι’ αυτό και αντλεί «την ποίησή του» μόνο από το παρελθόν, από τις παρωχημένες πλέον ιδέες των νεωτερικών χρόνων.

4. Τα αντι-συστημικά όρια του εθνολαϊκισμού

Η παγκοσμιοποίηση όμως αποτελεί μιαν συστημική εξέλιξη. Και σαν τέτοια δεν μπορεί να ανακοπεί. Δεν αφορά πολιτικές. Δεν είναι προϊόν πολιτικών. Υπαγορεύτηκε από τις συστημικές ανάγκες, από τις ανάγκες εξέλιξης του συστήματος. Όπως η βιομηχανική επανάσταση, ο τεϋλορισμός και ο φορντισμός, η δημιουργία των εθνικών οικονομιών, των πολυεθνικών, η φιλελευθεροποίηση των αγορών. Όλα αυτά δεν επινοήθηκαν, δεν σχεδιάστηκαν και δεν υλοποιήθηκαν από πολιτικές. Οι πολιτικές ακολούθησαν και προσπάθησαν να διαχειριστούν πολιτικά τις συστημικές αλλαγές επενεργώντας ταυτόχρονα πάνω σε αυτές μέσω του θεσμικού τους ρόλου. Έτσι γίνεται και σήμερα. Η προοδευτικότητα μιας πολιτικής εξαρτάται από το κατά πόσο αυτή σχετίζεται με την νέα κάθε φορά συστημική πραγματικότητα και πόσο επενεργεί πάνω της προσπαθώντας να διευθετήσει  κοινωνικά, οικονομικά, περιβαντολογικά κλπ. προβλήματα που αναδεικνύει αυτή. Η πολιτική είναι αναχρονιστική αν ασχολείται με ζητήματα οικονομικού προστατευτισμού την εποχή της παγκοσμιοποίησης. Είναι εκτός τόπου και χρόνου. Όπως και αν προσπαθεί να λύσει το μεταναστευτικό τον 21ο αιώνα υψώνοντας τοίχους. Τα προβλήματα είναι πολύ πιο σύνθετα και περίπλοκα και δεν επιδέχονται τέτοιες απλουστεύσεις. Αλλά ο εθνολαϊκισμός αδυνατεί προς το παρόν να αντιληφθεί τα όρια της αντι-συστημικότητάς του. Τι μπορεί δηλαδή να αλλάξει και τι όχι. Θα χρειασθεί να δοκιμασθεί στην πράξη. Να βρεθεί αντιμέτωπος με τις συνέπειες της πολιτικής του που θάναι και μεγάλες και τραγικές και ιδιαίτερα σε αυτή τη φάση για την Αμερική (και πιθανόν για ορισμένες αδύναμες χώρες της περιφέρειας, όπως την Ελλάδα, την Παλαιστίνη, κάποιες Βαλκανικές εθνότητες κλπ).

Με την εκλογή Τράμπ  ο εθνολαϊκισμός περνά από τα λόγια στην πράξη. Και μάλιστα στην πλέον προηγμένη χώρα της Δύσης. Η επικράτησή του στις ΗΠΑ πρόσκαιρα θα ενισχύσει το ρεύμα του εθνολαϊκισμού σε όλη την Ευρώπη (και την Ελλάδα) αλλά σύντομα το κλίμα θα αναστραφεί. Εν τω μεταξύ θα έχουν ήδη δρομολογηθεί ανακατατάξεις στους διεθνείς συσχετισμούς που θα διαμορφώνουν μιαν εντελώς άλλη πολιτική εικόνα για τον κόσμο του μέλλοντος. Τα κενά στη διεθνή οικονομία και στην εξωτερική πολιτική , που θα αφήσει η πολιτική Τράμπ, σύντομα θα καλυφθούν. Οι χαμένοι από αυτή την υπόθεση θάναι όλοι οι λαοί που θα εμπιστευθούν εθνολαϊκές κυβερνήσεις. Πρώτα και κύρια αυτοί. Και κατόπιν όλοι όσοι θα υποστούν τις συνέπειες αυτής της πρόσκαιρης αλλά μεγάλης παγκόσμιας αποσταθεροποίησης.
Το  θετικό της όλης υπόθεσης, μετά από όλη αυτή την περιπέτεια του εθνολαϊκισμού («όταν όλα περάσουν») θα είναι σίγουρα μια τεράστια πρόοδος, που υποθέτουμε θα γίνει, σε ό,τι αφορά τη συνειδητοποίηση της νέας διεθνούς πραγματικότητας, τη συνειδητοποίηση δηλαδή του γεγονότος ότι έχουμε περάσει ανεπιστρεπτί σε μια νέα φάση της ιστορίας της ανθρωπότητας , στην πλανητική εποχή. Κάτι που αδυνατούμε σήμερα να κατανοήσουμε και ίσως αποτελεί τη βάση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε γενικά με την ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Αφορά (σχηματικά να το πούμε) τόσο την παλιά «δεξιά» πολιτική όσο και την «αριστερή». Έχουν ξεπεραστεί τόσο ο παλιός κλασσικός συντηρητισμός όσο και η παλιά δογματική επαναστατική κουλτούρα. Το ζητούμενο της εποχής μας είναι η συνειδητοποίηση της νέας διεθνούς πραγματικότητας και η διαμόρφωση νέων σύγχρονων ιδεολογιών και προταγμάτων που να απαντούν στα νέα προβλήματα της οικουμενικότητας. Με αυτήν την έννοια μιλάμε σήμερα γενικά και για την πρόοδο.

Μήλιος Χρήστος

Σχετικά με τον Συγγραφέα

Σχόλια

Μήλιος Χρήστος

Kατηγορίες

Ιστορικό