Μία μέρα μετά τις εκλογές: Η αποδόμηση του εκλογικού αποτελέσματος ήδη έχει ξεκινήσει.

Μ

Το Πολιτικό Κέντρο Θεσσαλονίκης θεωρεί τα αποτελέσματα των εκλογών εντελώς συγκυριακά. Δεν παγιώνουν καμιά νέα ισορροπία. Το σκηνικό παραμένει ρευστό και ευμετάβλητο και ως εκ τούτου επιρρεπές σε μεγάλες ανακατατάξεις στο άμεσο μέλλον.
Μια μέρα μετά τις εκλογές η αποδόμηση του εκλογικού αποτελέσματος έχει ξεκινήσει. Όλα τα κόμματα πλέον (και μέσω των διερευνητικών εντολών) έχουν αρχίσει να διαμορφώνουν την επόμενη προεκλογική τους ταχτική.
Στο μάτι του κυκλώνα ο μεγάλος νικητής της 6ης Μαΐου, ο ΣΥΡΙΖΑ. (που είναι σε φανερή αδυναμία να διαχειριστεί τη νίκη του)

Ο τιμωρητικός χαρακτήρας της ψήφου προς το ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ. είναι αυτός που κύρια διαμόρφωσε το τελικό αποτέλεσμα. Είναι αυτός που συνέβαλε:
– στην δραματική συρρίκνωση της εκλογικής δύναμης των δύο κομμάτων εξουσίας, σε απρόβλεπτο ποσοστό,
– στην ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ σε δεύτερο κόμμα
– στην μεγάλη άνοδο των Ανεξάρτητων Ελλήνων που μαζί με την Χρυσή Αυγή συνθέτουν μια δυναμική πλέον παρουσία της άκρας Δεξιάς στη νέα βουλή.
Χαμένοι των εκλογών στο χώρο των «μικρών» πρέπει να θεωρούνται όσοι δεν κατόρθωσαν και σε αυτή τη φάση να αξιοποιήσουν την τεράστια φθορά του δικομματισμού (ΚΚΕ, οι Οικολόγοι, η Δημοκρατική Συμμαχία, η Δράση, Κοινωνική Συμφωνία κ.ά.).
Η ΔΗΜΑΡ αποτελεί ειδική περίπτωση χαμένου-κερδισμένου μιας και το ποσοστό της γνώρισε μεγάλες διακυμάνσεις. Το 6% είναι σημαντικό ποσοστό αλλά είναι αυτό στο οποίο κατέληξε μετά από μια κούρσα ανόδου που υποχώρησε θεαματικά.

Με βάση τα τελικά αποτελέσματα των εκλογών ο σχηματισμός κυβέρνησης είναι άκρως προβληματικός έως αδύνατος. Η μοναδική περίπτωση σχηματισμού κυβέρνησης σε αυτή τη φάση, εκ των πραγμάτων αφορά, την συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-Ν.Δ. (με ή χωρίς άλλες υποστηρίξεις). Άλλη λύση προς το παρόν δεν υπάρχει. Τα περί αριστερής πρότασης εξουσίας κλπ. απέχουν μακράν της πραγματικότητας.
ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. συνεχίζουν, παρά την τεράστια μείωση της δύναμής τους, να αποτελούν τα κατεξοχήν κόμματα εξουσίας. Ο δικομματισμός, σαν σύστημα διακυβέρνησης συνεχίζει να υφίσταται. Μέσα από αυτόν περνάν οι όποιες κυβερνητικές λύσεις. Η συμμετοχή άλλων δυνάμεων, συμπληρωματικών, είναι δευτερεύον ζήτημα. Την πραγματικότητα αυτή είμαστε υποχρεωμένοι να την αναγνωρίσουμε. Όσο κι αν δεν μας αρέσει.
Στη μακρά μεταβατική περίοδο που περνάμε και σε κάποια φάση, είναι επόμενο να υπάρξει κι άλλη (ή κι άλλες) κυβερνητικές εκδοχές. Αυτές εν τω μεταξύ θα έχουν μορφοποιηθεί σαν εναλλακτική λύση στο χώρο της αντιπολίτευσης και πριν τις εκλογές. Τέτοιο πράγμα σήμερα δεν υπάρχει. Πέρα από το ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ. όλες οι άλλες δυνάμεις ή δεν συζητάν καθόλου στο επίπεδο κυβερνητικών προτάσεων είτε συζητάν εντελώς προσχηματικά ( νάχαμε να λέγαμε). Όλοι λίγο- πολύ βολεύονται στην αντιπολίτευση. Το ΚΚΕ, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, και η Χρυσή Αυγή, πρώτοι από όλους και σε μόνιμη βάση. Ακολουθούν ΣΥΡΙΖΑ, ΔΗΜΑΡ με ανέφικτες κυβερνητικές προτάσεις (και το μυαλό πάντα στην εύκολη αντιπολίτευση).
Όλα αυτά βέβαια μπορούν να συμβαίνουν και να μη δημιουργούν κανένα πρόβλημα όσο κανείς παραμένει στη μιζέρια του και δεν διαταράσσει τις υπαρκτές ισορροπίες. Όταν όμως περνά σε επίπεδο κυβερνητικών ευθυνών (λόγω συσχετισμού δύναμης ) τότε τα πράγματα αλλάζουν. Τίθεται αυτόματα ενώπιον των ευθυνών του.

Ο αποκλεισμός της αριστεράς από την εξουσία αποτέλεσε μόνιμη φροντίδα των καθεστωτικών δυνάμεων επί δεκαετίες. Σήμερα κάτι τέτοιο δεν ισχύει ή για νάμαστε πιο ακριβείς δεν ισχύει με τους παλιούς όρους. Υπάρχει βέβαια πάντα μια ανησυχία και ανασφάλεια σε κάθε εκλογική άνοδο της αριστεράς. Ακόμα και για την κυβερνητική αλλαγή του ΄81 στην Ελλάδα υπήρξαν κάποιοι τριγμοί. Ομαλοποιήθηκε όμως πολύ σύντομα η κατάσταση.
Αλλά κι η σχέση της αριστεράς με την εξουσία έχει τροποποιηθεί. Δεν συνδέεται με κοινωνικές ανατροπές, σοσιαλισμούς, κομμουνισμούς και τέτοια (τουλάχιστον στον ανεπτυγμένο κόσμο και στην Ευρώπη). Τώρα αν το ΚΚΕ θέλει στα λόγια να ευαγγελίζεται λαϊκές εξουσίες και κομμουνισμούς αυτό μπορεί να το κάνει άνετα (και να μη φοβίζει κανέναν) όσο παραμένει καθηλωμένο στο 8-10%. Από κεί και πέρα τα πράγματα αλλάζουν (κι αυτό το γνωρίζει όσο κανένας άλλος η ηγεσία του ΚΚΕ).
Η αριστερά λοιπόν πρέπει νάχει σαφή γνώση για το πού τελειώνει ο αντιπολιτευτικός ρόλος και που αρχίζει η υπόθεση των κυβερνητικών της ευθυνών. Αν δεν το γνωρίζει αυτό θα υποστεί τις συνέπειες αυτής της άγνοιάς της. Δεν τελεί ούτως ή άλλως υπό καθεστώς κυβερνητικού αποκλεισμού. Κι ο ΣΥΡΙΖΑ δυστυχώς αυτό δεν το γνωρίζει. Όντας πλέον δεύτερο κόμμα δεν μπορεί να συμπεριφέρεται σαν αντιπολίτευση και να υπεκφεύγει τις κυβερνητικές ευθύνες. Τα δύο κόμματα εξουσίας θα αποδομήσουν τη νίκη του και θα επανακάμψουν ως η μόνη δυνατή κυβερνητική εκδοχή. Άλλωστε στις νέες αναπόφευκτες εκλογές, οι πολίτες θα ψηφίσουν με άλλα δεδομένα και άλλα κριτήρια.

Για το ΠΟ.ΚΕ.ΘΕ.
Μήλιος Χρ.

Σχετικά με τον Συγγραφέα

Σχόλια

Kατηγορίες

Ιστορικό